«ΜΠΟΕΜ».
Κοινωνικό μυθιστόρημα τής Ρούλας Χαλβατζή.
Βιβλιοσκόπηση.
Ηνιοχώντας τις οφθαλμικές κόρες επάνω στην κειμενική οδό τού «Μποέμ», τής Ρούλας Χαλβατζή, δύσκολα πιστεύουμε ότι τα εγερτήρια μηνύματα, που με εύτακτη αταξία υποδέχεται ο νους μας, προέρχονται από ένα πρωτόλειο μυθιστόρημα ή, έστω, από τις σελίδες τού έργου κάποιας πρωτοεμφανιζόμενης λογοτέχνιδας. Ήδη από τις αρχικές παραγράφους, «οὐ διὰ χρόνου, παραυτίκα δέ», ο αναγνώστης, έμπειρος ή άπειρος, καθίσταται επιβάτης πειρατικού πλοίου, προορισμένου γιά την πλέον επικίνδυνη περιπέτεια, που, ενώ τον μεταφέρει προς το άγνωστο ή προς το ονειρεμένο, παράλληλα τού παρέχει πολυτελείς υπηρεσίες και δυσεύρετες ανέσεις. Τούτο ακριβώς το στοιχείο, το διαυγώς νεανικό αλλά και ευσταθώς πολύπειρο, το εξ αίφνης καινοφανές αλλά και εν κατακλείδι οικείο, το αδιαβλήτως πρωτότυπο αλλά και αψεγώς προσεγγίσιμο, είναι το πλέον συγκλονιστικό στοιχείο τού βιβλίου. Η συγγραφέας, «ὥσπερ ἡ γαλήνη ταῖς ἀλκυόσιν», αφειδώς παρέχει στους αναγνώστες της κάθε καίριο έναυσμα που θα διεγείρει, όταν και όπως κριθεί λυσιτελές, μία γόνιμη και απολαυστική περιπλάνηση στις δυσεξιχνίαστες αβύσσους αλλά και στα εκτυφλωτικά νέφη τής εν εγρηγόρσει κοινωνικής και ψυχολογικής πραγματικότητας. Η Ρούλα Χαλβατζή δεν προκαλεί για να κεντρίσει. Κεντρίζει για να προκαλέσει. Και δεν προτείνει. Μάλλον επιτείνει.
Ορύσσοντας περιπαθώς, σελίδα προς σελίδα, την πολυδαίδαλη συναισθηματική γαστέρα τού «Μποέμ», εκεί όπου «τοῖς εὐθαλέσι τῶν δένδρων ἕτερα παραβλαστάνει», συνειδητοποιούμε βαθμιαία ότι συχνά συναντούμε τον εαυτό μας, «μετά τήν τελείαν τῆς φιλαυτίας ἀναίρεσιν», όπως όντως είναι, αλλά και όπως θα επιθυμούσαμε όντως να ήταν, και μυσταγωγικά τον παρατηρούμε να συνδιαλέγεται σθεναρά με τον κεντρικό ήρωα τού βιβλίου, αλλά και με την ίδια την συγγραφέα μας, δύο μετενεκτέα πρόσωπα, δύο νυκταυγείς υποστάσεις, που αδιαλείπτως τείνουν να γίνουν ένα και μόνο απείκασμα, εάν ήδη δεν συναποτελούν κάποια αμφίσημη μορφή απροσδιόριστης ή απροσπέλαστης δυαρχίας. Από τα κεφάλαια τού βιβλίου, λοιπόν, «βοῶν ἀλαλήτως» δεν απουσιάζει κανένας αναγνώστης, διαπίστωση που εγείρει την εύλογη ερώτηση: πότε ακριβώς και πόσο συνεκτικά και με ποιόν τρόπο θα με προσδέσει η συγγραφέας στις τιτάνιες αμφιβολίες, στις γιγάντιες ανατροπές και στους ρηξιγενείς και ενίοτε κατακλυσμιαίους επαναπροσδιορισμούς της; Όποτε και αν αυτό συμβεί, γνωρίζουμε εξαρχής ότι θα περατωθεί «στερεᾷ τε καὶ ἀδιστάκτῳ τῇ πεποιθήσει». Η Ρούλα Χαλβατζή μάς παρουσιάζει την λησμονημένη δυνατότητα, μάς συστήνει στην προσπελάσιμη υφαρπαγή, μάς εισάγει στην κάθειρξη τού «δεν» και δεν μας επιτρέπει να «μην θέλουμε». Και απορούμε: η συγγραφέας, ο ήρωάς της ή ο εαυτός μας;
Επιδεικτικά κρημνοβατούν και εκκωφαντικά σκαρίζουν, «οὐ γὰρ ὑπ᾽ ἀνάγκης ἀλλ᾽ ἑκόντες», οι όροι και οι λέξεις και οι φράσεις που πανίστιες συναρμολογούν το «Μποέμ», καθώς ανελκύουν και αναλύουν στην επιφάνεια τής καθημερινής και προσιτής λεκτικής επικοινωνίας, «ἀεὶ μετὰ τέχνης ἀλλ᾽ οὐ μετὰ βίας», τις καταβρύχιες πολυκυμίες των ατομικών μεταλλάξεων και των διαπροσωπικών αντιμεταδόσεων τού κεντρικού χαρακτήρα τού μυθιστορήματος και τού ανθρώπινου περιβάλλοντός του. Η Ρούλα Χαλβατζή δεν κωλύεται γλωσσικά, δεν καταφεύγει σε επονείδιστες σεμνοτυφίες, δεν αναγνωρίζει το κατ’ επιβολήν αποδεκτό «καὶ ἄλλα ἄττα ἀθέμιτα», αρνείται να υποταχθεί στην εκφραστική συμβατικότητα, αλλά καθ’ έξιν αλιεύει τις φθογγικές δομές που επακριβώς αποδίδουν το «πυρὸς δίκην τοὺς οἴκους ἐπιβοσκόμενον». Οι αναγνώστες της θα κατακτηθούν από ένα λεξιλόγιο που ήδη έχουν κατακτήσει, θα συμπαρασυρθούν από ένα φρασεολόγιο που ήδη φέρουν και χρησιμοποιούν, θα εγκολπωθούν τους ήχους τού «Μποέμ», αδελφικά θα συμβιώσουν με τις αντηχήσεις του και, από την αρχή μέχρι το τέλος, θα αντιλαμβάνονται την ποικιλία των νοημάτων κάθε λέξης, κάθε πρότασης, κάθε παραγράφου, κάθε κεφαλαίου, «τὸ ἀνόθευτον καὶ γνήσιον διασῴζοντες». Η λέξη, μέσα στην ροή τού βιβλίου τής Ρούλας Χαλβατζή, δεν κοσμεί, αλλά κοσμείται, δεν δονεί, αλλά δονείται και κατοπτρίζει και συνδράμει και συγκαταιχμάζει.
Υποδεχόμενοι το «Μποέμ», επικροτούμε το βλάστημα ενός ράδαμνου στους αειθαλείς κλώνους τής βορειοελλαδικής λογοτεχνίας και επιδοκιμάζουμε την διεισδυτική και θαρραλέα γραφίδα τής Ρούλας Χαλβατζή. Ενστερνιζόμενοι το σταθερό και διερευνητικό βήμα της επάνω στους απαιτητικούς αναβαθμούς τού κοινωνικού μυθιστορήματος, τής αναγνωρίζουμε ότι «οὐκ ἔξω τῆς ἀληθείας βέβηκε», αλλά και ότι έναντι των αναγνωστών της εμφανώς έχει ήδη δεσμευθεί με την συγγραφή επομένου και μεθεπομένου βιβλίου. «Συναΐδιον γὰρ τὸ φῶς τῷ ἡλίῳ…».
Το κοινωνικό μυθιστόρημα «Μποέμ», τής Ρούλας Χαλβατζή, εκδόθηκε στην Θεσσαλονίκη, τον Μάρτιο τού 2023, από τον οίκο BookThess, σε ποιοτικό οικολογικό χαρτί, με ευανάγνωστη γραμματοσειρά. Αποτελείται από 328 σελίδες. Μετά την Εισαγωγή, χωρίζεται σε τρεις Πράξεις και πενήντα Κεφάλαια.
Αθανάσιος Τσακνάκης
Ιούνιος του 2023